The Egg: Transcript - Clip 2
Σόλων: Ο ανάγωγος, θα μου πεί εμενα...
Λουκάς: Βέβαια, κανονικά, έπρεπε να του σπάσεις τα μούτρα. Μας πρόσβαλε. |
Solon: That ill-mannered guy…, to say to me…
Luke: Sure, you really should have given him a beating. He offended us. |
Σ: Με τί φόντα, Λουκά, να του σπάσω τα μούτρα, με τί φόντα; Έπρεπε να είχα πάρει τηλέφωνο πριν απ΄ τίς 12, και εσύ φταίς, διότι απάνω που θα βρίσκαμε μία καταπληκτική δουλειά, εσένα σέ ‘πιασε το άγχος. Θέλει να αγοράσει εφημερίδα ο κύριος!
Λ: Πώς μπορεί μιά δουλειά να είναι καταπληκτική, όταν είναι δουλειά! |
S: Luke, how could I give him a beating? I was supposed to make the phone call before noon, and you’re to blame. Just as we were about to find an amazing job you were seized by anxiety. ‘Sir’ wants to buy a newspaper.
L: How can a job be so amazing when it is a job? |
Σ: Ναι, αν το τοποθετήσεις έτσι, έχεις απολύτως δίκιο. Να σου πώ, πλήρωσες την εφημερίδα;
Λ: Όχι, εσύ θα την πλήρωνες, εγώ την πήρα. |
S: If you put it that way, you’re right. I tell you…did you pay for that newspaper?
L: No…you were going to pay for it, I took it. |
Σ: Ναί. Μη μ’ εξαναγκάζεις πάλι να ενταχθώ, δεν εντάσσεται κανένας, δεν μπορεί. Τους βλέπεις... η προθυμία... αντίδραση. Και προσπαθείς -- να πώ ότι δεν προσπαθείς -- αλλά και εσύ με πιέζεις, αφού τους είδες, αντιδρούν. Θέλεις να κάνεις γέφυρα και αυτοί αρνούνται.
Λ: Συμφωνώ. |
S: Yes. Don’t force me again to get involved. One shouldn’t get involved. You see them… our willingness is met by opposition. And you keep trying (I can’t say you don’t try), but you too are pressuring me; you can see, they oppose us. You try to build bridges and they refuse.
L: I agree. |
Σ: Αφού είδες, του τά ‘πα!
Λ: Περπατάμε τόση ώρα, να κάτσουμε. |
S: You saw how I told him off!
L: We’ve been walking for such a long time; let’s sit down. |
Σ: Τώρα για καθησιό είμαστε, Λουκά; Δεν μπορώ να καταλάβω: πρόβλημα στέγης έχουμε, πρόβλημα εργασίας έχουμε, δεν μπορώ να καταλάβω πού βρίσκεις το κέφι να καθήσουμε. Ορίστε, προχώρα, να σκεφτούμε, διότι αν δεν σκεφτείς προχωρώντας, δεν μπορείς να συγκεντρωθείς, δεν είναι ...
Λ: Δηλαδή καθιστοί δεν μπορούμε να σκεφτούμε; |
S: Now we are for sitting, Luke? I cannot figure it out: we’re in trouble with finding a place to live and we need to find work. I cannot figure out where you find the optimism for sitting down! Here, keep walking, because if you don’t keep moving while you think, you can’t concentrate…
L: So? Can’t we think while seated? |
Σ: Ε, αυτό, είναι βέβαια μία πρότασις πολύ σοβαρή! Ω! Κάτσε, Λουκά. Θαυμάσιος χώρος, εδώ μπορούμε να καθίσουμε. Α! Και γλυπτό, Λουκά. Λοιπόν εγώ το έχω χούγι, άμα δεν κάτσω σε ένα χώρο που να υπάρχει και ένα γλυπτό, δεν μπορώ, γιατί εγώ πρέπει να έχω απέναντί μου ένα... αριστούργημα.
Λ: Κάτσε τώρα και βλέπουμε. |
S: Yes, this is truly a very serious proposition. Oh Luke, sit down. What a wonderful place here for us to sit. With a sculpture! Luke, well, I’ve got this personal trait: if I don’t sit in a space where there is a sculpture, I can’t stand it, because I must have a masterpiece in view.
L: Sit down now, and we’ll see! |
Σ: Ένα γλυπτό, ώστε να μπορώ να συγκρίνω τον χώρο με τον ανθρώπινο παράγοντα, εικαστικά θέλω να το δώ και μες στο φώς, πώς εντάσσεται, Λουκά.
Λ: Καλά, ναι, άχ! Άχ! |
S: A sculpture, to allow me to compare the space with real life. I want to view it as art and see how it fits into the light, Luke.
L: OK, yes. |
Σ: Λουκά, αυτά τα δύο...
Λ: Μαμά μου. |
S: Luke, these two…
L: Which two? |
Σ: Αυτά τα δύο τσιγάρα που έχω, είναι τα τελευταία μας! Κοίταξε να τα απολαύσεις, Λουκά!
Λ: Α! Ωραία. |
S: These two cigarettes are our last. Try to enjoy them, Luke.
L: Fine! |
S: Fine. As you can see, Luke, as soon as we sat down, our anxiety about our problems stopped. Do you see? While you’re walking, you have to find a solution. That’s why I kept insisting. Need pushes you along, now we’re relaxed, that seems OK…
L: Our needs are not just two, as you said, but three: work, lodgings, and food. |
Σ: Ωραία. Όπως βλέπεις, Λουκά, μόλις καθίσαμε, αυτομάτως σταμάτησε και η αγωνία μας για το πρόβλημα, κατάλαβες; Ενώ όταν περπατάς, εκ των πραγμάτων είσαι υποχρεωμένος να βρεις τη λύση. Γι’ αυτό επέμενα, κατάλαβες; Σε πιέζει η ανάγκη, τώρα πια ‘όρεξη και στην ξάπλα’, καλά δεν είναι...
Λ: Τα προβλήματα δεν είναι δύο, όπως είπες, είναι τρία: εργασίας, στέγης, τροφής. |
Σ: Καλά, η τροφή είναι το άμεσο πρόβλημα, κατάλαβες, τα άλλα δύο είναι χρόνια, μας ταλαιπωρούν γενικώς, κατάλαβες; Εν πάσει περιπτώσει όμως, κάπου θα βρούμε να φάμε, κάτι θα βρούμε να φάμε, κάτι θα βρούμε, δεν υπάρχει θέμα, κατάλαβες;
Λ: Βέβαια. |
S: Well, food is the immediate problem, as you see; the other two are long-term, they torment us generally. But anyhow, we’ll find something to eat somewhere, there is no real problem there, do you get it?
L: Sure (I suppose…) |
Σ: Μου δίνεις, σε παρακαλώ, την εφημερίδα μου;
Λ: Τί; |
S: Would you give me my newspaper, please?
L: What? |
Σ: Την εφημερίδα μου!
Λ: Α, ναι! Την εφημερίδα μας, μας, ... μας! |
S: My newspaper.
L: Ah yes, Our newspaper. Ours… ours! |